9.1.06

Μικρό ζεϊμπέκικο...

Μικρό ζεϊμπέκικο
…σπουδή σε μια πανσέληνο

…μόλις ξύπνησα.
Αποδειγμένα πια είμαι ψεύτης, αφού κοιμήθηκα και δεν σου έγραψα χθες βράδυ, όπως σου είχα υποσχεθεί... και ζηλιάρης είμαι, γιατί, αφού μου έγραψες πως ζεις πανέμορφα , είπα να κάνω κι εγώ κάτι αντάξιο. Χτες ήταν νύχτα με πανσέληνο, βλέπεις...
...Ξέρεις, το ποτάμι -στην πανσέληνο- μοιάζει με μια τεράστια φωτισμένη λεωφόρο… κι όταν έχεις πιει κρασιά -κι έχεις ένα ιδιαίτερο φιλαράκι, που σου λείπει- μπορείς να το οραματιστείς!...να την δεις να χορεύει επάνω στα νερά του ποταμού -σαν θηλυκός Χριστός- την ζεϊμπεκιά της, μ’ εκείνη την... «συνήθη» επιβλητικότητά της, που είναι σαν να λέει στον τυχερό αποκλειστικό της θεατή, που κάθεται οκλαδόν: «χειροκρότησέ με, με ολόκληρο το σώμα σου, γλυκέ μου…»

Θυμήθηκα κάτι εκπληκτικά όμορφο κι ήθελα να στο πω: είχες πολύ ζεστά χέρια, όταν τέλειωσε ο χορός…Το μαγικό είναι πως από τότε -όποιες στιγμές σε σκέπτομαι- αισθάνομαι απότομα να αυξάνεται η θερμοκρασία των χεριών μου.
Από τότε ζω περιμένοντας την στιγμή που θα μου βγει μονοκοντυλιά να γράψω ένα κείμενο με τίτλο:
«ΣΤΗ ΓΕΦΥΡΑ ΤΟΥ ΠΟΤΑΜΟΥ ΑΛΦΕΙΟΥ ΚΑΘΙΣΑ ΚΑΙ ΣΕ ΧΕΙΡΟΚΡΟΤΗΣΑ» (ή κάπως έτσι...) και μέχρι τότε κάνω πρόβες μιλώντας σου με ήχο δανεικό:
«Τα χείλη μου ξερά και διψασμένα
γυρεύουνε στην άσφαλτο νερό
περνάνε δίπλα μου τα τροχοφόρα
και συ μου λες μας περιμένει η μπόρα...»
Να είναι η ζωή σου ένα ζεϊμπέκικο με κλειστά μάτια στα κάγκελα της γέφυρας του ποταμού, χαράματα στην λεωφόρο κι ας είναι ο ήχος «Λαδάδικα» ή «Ρόζα» και κάποια βιαστικά κορναρίσματα φορτηγών στην άσφαλτο να φαντάζουν ποταμόπλοια «που φεύγουν, μα πριν φύγουν σου σφυρίζουνε…».
Να χτυπάς το πόδι δυνατά στο τσιμέντο ξυπόλητη, με τα χέρια τεντωμένα σ’ ανατολή και δύση και να πετάς «φτιαγμένη» απ’ την πανσέληνο προς τον ήλιο που ανατέλλει, σε λίγο. Ιδρωμένη στην παγωνιά του πρωινού, να κυλάνε οι δροσοσταλίδες του κορμιού σου ασταμάτητα, περνώντας απ’ τα «Λαδάδικα» στη «Ρόζα» και γυρνώντας, χωρίς ανάσα, πάλι απ’ την αρχή…μέχρι να υγρανθούν ακόμη και τα δάκτυλα των ποδιών σου.

Δεν ξέρω πια αν αυτά συμβαίνουν στη γέφυρα του Αλφειού (Επιτάλιο), στην Ανδρίτσαινα, στο Κάστρο, , στην Πύλο, στο Γαλαξίδι, στη Χαλκιδική ή στη Ρώμη…
Άλλοτε βλέπω σε κάθε χώρο, όπου κι αν ρίχνεις την ζεϊμπεκιά σου, να γίνεται το τοπίο ίδιο -επειδή χορεύεις εσύ- κι άλλοτε βλέπω στον ίδιο χώρο, το τοπίο να αλλάζει διαρκώς - σε κάθε βήμα που αλλάζεις.

Κι αν σε συλλάβουν μια νύχτα (άνθρωποι Φαρισαίοι), την ώρα που χορεύεις ζεϊμπέκικο κι’ αν σε σταυρώσουν, ξέρω πως πάλι «Ρόζα» και «Λαδάδικα» θ’ ακούς, στο σταυρό σου επάνω και τα καρφιά σου θα εκτοξεύονται από τα χέρια και τα πόδια σου για να σφηνωθούν στο «σταυρό» τους (κάπου ψηλά στο μέτωπο), ελευθερώνοντάς σε να συνεχίσεις ακόμη μια στροφή:
«… σε πολιτεία μαγική γυρνάμε
δε θέλω πια να μάθω τι ζητάμε
φτάνει να μου χαρίσεις δυο φιλιά...»
…πάντα να συναντάς (ή να φτιάχνεις) γεφύρια στους δρόμους σου, που να σου ευκολύνουν τη ζωή!
Ζεϊμπέκικο θα πει: Να τ’ αγαπάς, να τα ευγνωμονείς, να τα τιμάς τα γεφύρια σου, μα ποτέ μην μένεις σ’ αυτά.
Ζεϊμπέκικο θα πει: Ποτέ μην μαγευτείς και ξεχαστείς σε μια γέφυρα, αφού αυτή είναι μόνο το «πέρασμα στην άλλη πλευρά».

2 σχόλια:

Spark D' Ark είπε...

όμορφο.. πολύ...
και τρυφερό...

Χρήστος Αθανάσουλας είπε...

ευχαριστώ...