1.1.06

Τα παιδιά μαθαίνουν απ' τον τρόπο που ζουν

Ήταν βράδυ. Κάπου κοντά στην ώρα που σχολνάνε οι μαθητές από το εξαντλητικό 12ωρο τρέξιμο. Κουρασμένος κι εγώ από την ολοήμερη εργασιακή «κραιπάλη», ανέβηκα στον πεζόδρομο για το «Φιλολογικό Εργαστήρι» του Γιώργου…

Ήθελα μια γωνιά να ξαποστάσω πριν γυρίσω σπίτι, μην φτάσω αποκαμωμένος.
Θέλω να γυρίζω, αφού φορτίσω τις μπαταρίες της ψυχής μ’ εκείνη την ελάχιστη-έστω- ενέργεια, που χρειάζεται για να βγει ένα χαμόγελο… έτσι σαν «φιλοδώρημα», για το παιδί που θ’ ανοίξει την πόρτα και θα πει «έλα ρε μπαμπάααα» ή δεν θα πει τίποτα αλλά μόνο θα με κοιτάξει στα μάτια…
Θέλω να γυρίζω, αφού «διώξω» λίγη από την «εργασιακή χολή», που μάζεψα όλη μέρα…αφού βρω λίγο κουράγιο…
Γιατί, καμιά φορά, στο σπίτι δεν σε περιμένει το «ρομάντζο της απανεμιάς» αλλά τα πράγματα είναι ζόρικα κι εσύ δεν δικαιούσαι να είσαι κουρασμένος, αδιάφορος ούτε «λάθος»…
Μπορεί μόλις να τελείωσες το μεροκάματο αλλά φτάνοντας σπίτι αρχίζουν οι «ειδικές αποστολές»:
…πρέπει να λύσεις απορίες ή προβλήματα, να διαπραγματευτείς…να συμφιλιώσεις… να παρασύρεις σ’ άλλους παραλλήλους πέρα απ’ «τ’ άλυτα», να είσαι φωτεινός για να δυναμώνεις την ελπίδα…να είσαι παιχνιδιάρης για να φρεσκάρεις την μονοτονία του εσωτερικού χώρου…
Αλίμονο σ’ όποιον πιστεύει ότι το σπίτι είναι ο χώρος του «σσσσιγά γιατί ο μπαμπακούλης, που δουλεύει για σένα, κοιμάται»… κανείς δεν ζει για να κάνει υπομονή για να τον «ζήσουν»…και τα παιδιά έχουν δικαίωμα στην ευλογημένη προσμονή και στην ελπίδα-απαίτηση.

Σκέψεις που στριφογύριζαν στο μυαλό εκείνο το βράδυ, ιδέες που χάιδευαν το κουράγιο και που ανέβηκαν μαζί μου στην σκάλα του ημιώροφου και ξετυλίχτηκαν κι απλώθηκαν στο τραπέζι και στην κουβέντα με το Γιώργο.
Αλήθεια, τι ομορφιά να συναντάς στο ημεροδείλυ έναν γλυκό άνθρωπο, ένα ζωντανό δάσκαλο, ένα ζεστό φίλο, που να σ’ ακούει χαμογελαστός και να σε ξεσηκώνει να σκαρφαλώσεις στα ψιλότερα κλαδιά σου!

Κι ενώ η κουβέντα κυλούσε, τα μάτια καρφώθηκαν σ’ ένα κομμάτι χαρτί κορνιζαρισμένο στο ράφι της βιβλιοθήκης του. Δεν ξέρω πως ένοιωσε ο Μωυσής όταν αντίκρισε τις πλάκες με τις «δέκα εντολές» αλλά ξέρω πως ένοιωσα εγώ κάθε φορά που διαπίστωσα ότι τα ευαγγέλια της ζωής μπορεί να χωρέσουν σε μια χούφτα λέξεις! Έτσι κι εκείνη την νύχτα! Ο τίτλος έλεγε:
«Τα παιδιά μαθαίνουν από τον τρόπο που ζουν».
Λοιπόν μολύβι και χαρτί για να τα μοιραστώ μαζί σας:
«αν ένα παιδί ζει μέσα στην κριτική, μαθαίνει να κατακρίνει»,
«αν ένα παιδί ζει μέσα στην έχθρα, μαθαίνει να καβγαδίζει»,
«αν ένα παιδί ζει μέσα στην ειρωνεία, μαθαίνει να είναι ντροπαλό»,
«αν ένα παιδί ζει μέσα στην ντροπή, μαθαίνει να αισθάνεται ένοχο»...
αν ένα παιδί ζει μέσα σε κατανόηση, μαθαίνει να είναι υπομονετικό»,
«αν ένα παιδί ζει μέσα στην ενθάρρυνση, μαθαίνει να έχει εμπιστοσύνη»,
«αν ένα παιδί ζει μέσα στον έπαινο, μαθαίνει να εκτιμά»,
«αν ένα παιδί ζει μέσα σε δικαιοσύνη, μαθαίνει να είναι δίκαιο»,
«αν ένα παιδί ζει μέσα στην ασφάλεια, μαθαίνει να πιστεύει»,
«αν ένα παιδί ζει μέσα στην επιδοκιμασία, μαθαίνει να έχει αυτοεκτίμηση»,
«αν ένα παιδί ζει μέσα σε παραδοχή και φιλία, μαθαίνει να βρίσκει την αγάπη
μέσα στον κόσμο»!

(αφιερωμένο σ’ όσους άφησαν τα παιδιά τους ν’ αντέξουν το «περιβάλλον», που εκείνοι θεώρησαν αφόρητο για τον εαυτό τους κι έφυγαν, για να μηρυκάσουν τους ματαιωμένους τους πόθους…μαζί μ’ ένα στιχάκι του Σαββόπουλου: «…δέκα λογιών οι παλικαριές, οι εννιά να δραπετεύεις»)

Δεν υπάρχουν σχόλια: